Τηλέμαχος Κώτσιας: «Στη δίνη του Ψυχρού Πολέμου»

Όταν συλλαμβάνεται, ανακρίνεται, βασανίζεται, ψευτοδικάζεται, καταδικάζεται και εκτελείται ο ομογενής Βαγγέλης Δήμος στην Αλβανία του 1952 για την κατασκοπική υπέρ της Ελλάδος δράση του (με διπλό κίνητρο, ένα εθνικό, την ένωση της Βορείου Ηπείρου –αλβανιστί Νότιας Σκιπερίας–, και ένα πολιτικοκοινωνικό, την απαλλαγή από ένα ακραίο ολοκληρωτικό καθεστώς), όταν καταδικάζεται μάλιστα δίπλα του σε θάνατο κι ένας Αλβανός, εξ εμπειρίας αντικομμουνιστής, ο κοινός παρονομαστής και των δύο αυτών ασήμαντων για την Ιστορία αριθμητών

είναι ο θάνατος. (Υποθέτω ότι ο ίδιος αυτός θάνατος δεν θα παρέλειπε να επιτελέσει το καθήκον του, αν εξέλιπε αίφνης, εν μέσω ακόμη και της δίκης, το κομμουνιστικό καθεστώς, και ως μοναδικός πλέον διεκδικητής της εύνοιας του θανάτου απέμενε ο εθνικισμός. Αυτός τότε, και τους δύο νυν από κοινού κατηγορουμένους, ως αντίπαλους στην υπηρεσία του ίδιου θανάτου θα στρατολογούσε. Φυσικά, αλλότριες δυνάμεις, που κινούν τα νήματα του θεάτρου σκιών της Ιστορίας και χρησιμοποιούν τους ανθρώπους ως μελλοθάνατες φιγούρες προορισμένες για τον σκουπιδοντενεκέ της, κατά παράδοξο τρόπο τούς τιμούν ονομάζοντάς τους πιόνια σαν να παίρνουν μέρος σ’ ένα αξιοπρεπές παιχνίδι, όπως είναι το σκάκι.)

Ο ίδιος πάντως κοινός παρονομαστής, που χαρακτηρίζει υπό οιεσδήποτε συνθήκες την ίδια ανθρώπινη φύση, έκανε τη μοιραία εμφάνισή του και στην περίπτωση των εκτελεσμένων στην Ελλάδα του 1952 κατηγορηθέντων για κατασκοπεία υπέρ της ΕΣΣΔ Ελλήνων εξ ιδεολογίας κομμουνιστών. (Αξιοσημείωτο επίσης κοινό στοιχείο και στις δύο χώρες των εκ διαμέτρου αντίθετων και αλληλομισούμενων καθεστώτων είναι η φροντίδα των αυτουργών να διεκπεραιώσουν τις εκτελέσεις στο σκοτάδι. Μεταφορικά και μη. Αφού αυτές έλαβαν χώρα νύχτα ακόμα, υπό το φως των προβολέων των στρατιωτικών αυτοκινήτων.)

Θα καταδίκαζαν με τον ίδιο τρόπο και οι Έλληνες κομμουνιστές νυν μάρτυρες, διά των αντιστοίχων ασφαλώς διωκτικών και δικαστικών αρχών, τους αντιπάλους τους, νυν κατηγόρους τους, τους «μοναρχοφασίστες», όπως τους χαρακτήριζαν, αν τους περιήρχετο και εν Ελλάδι η κομμουνιστική εξουσία; Ιδού και ένα ακόμα από τα πολλά παράπλευρα ερωτήματα αυτού του βιβλίου. Στα οποία η ιστορική λογική απαντά καταφατικά.

Ειρωνεία ή φαρσοτραγωδία της Ιστορίας; Παίχτηκε σαν άθλιο δικαστικό δράμα στα Τίρανα και με εναλλαγή ρόλων στην Αθήνα. Αν δεν ήταν ασέβεια στη μνήμη των θυμάτων, θα προκαλούσε τρανταχτά γέλια στο ακροατήριο σαν το γνωστό ανέκδοτο, που παρωδεί τα δύο συστήματα: «Τι εστί καπιταλισμός, τι σοσιαλισμός;» «Εκμετάλλευση (εξόντωση) ανθρώπου από άνθρωπο για τον μεν. Το ακριβώς αντίθετο για τον δε!».

Ο Τηλέμαχος Κώτσιας περιγράφει τον «ακριβώς αντίθετο» ζόφο μιας περιόδου της Αλβανίας, που συμπίπτει με τον ζόφο μιας περιόδου της Ελλάδας στη δίνη των απόνερων του Εμφυλίου. Η γραφή του είναι απέριττη, καλολογικώς αστόλιστη και ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις ενός ντοκουμέντου, αφού στην υστερόγραφη δήλωσή του ο συγγραφέας διευκρινίζει ότι «όλα τα γεγονότα και οι άνθρωποι που περιγράφονται (με παραλλαγμένα ονόματα), είναι πραγματικοί. Η φαντασία βοήθησε ελάχιστα, κυρίως στο να θολώσει την ταυτότητα των συνυπαιτίων, οι οποίοι έχουν φύγει επίσης προ πολλού από τη ζωή».

{jb_quote}Προς τι οι ευκαιρίες ζωής πατώντας επί πτωμάτων; Μέχρι να ποδοπατηθεί και το δικό σου;{/jb_quote}

Νομίζω ότι αυτή η ακροτελεύτια δήλωση του συγγραφέα σημαδεύει το κέντρο βάρους του έργου του, όπως αυτό εδραιώνεται στη σελίδα 119 με τη διαπίστωσή του ότι ουσιαστικά «το αλβανικό καθεστώς έβαζε τους ελληνόφωνους να βάψουν τα χέρια τους με το αίμα των συμπατριωτών τους». Σε μια διαμάχη δήθεν ταξική, ενώ κατ’ ουσίαν στηριζόταν σε ιδεολογικά (ή ιδεοληπτικά;) χαρακτηριστικά και έκρυβε εθνικά (ή εθνικιστικά;) συμφέροντα, διαιρούσε και βασίλευε (αυτό είναι διαχρονικό και υπερταξικό), με τη συμμετοχή (αυτή είναι η πραγματικότητα) και ομογενών, όπως ο προερχόμενος μάλιστα από τα φτωχά τους στρώματα ανακριτής. Παρόλο που η έννοια της προδοσίας έχει νοθευτεί εν προκειμένω από μείγμα ιδεολογικών εμμονών και συμφερόντων, αυθαίρετης χάραξης συνόρων και σύγχυσης κράτους και πάτριου εδάφους, ένας τυπικός προδότης του κράτους, αλλά κατ’ ουσίαν πατριώτης, καταδικάζεται στην εσχάτη των ποινών λόγω του ηρωικού αγώνα και της θυσίας του. Δεν θα έπρεπε ως εκ τούτου να αναγνωριστεί ως εθνομάρτυς και το όνομά του να τεθεί δόξη και τιμή δίπλα σ’ εκείνα των ηρώων της Ιωνίας και της Κύπρου; Αλλ’ η ιστορία γράφτηκε διαφορετικά. Αφού ο παραστάς στην εκτέλεση ιατρός «υπέγραψε το πρακτικό, που είχε συνταχθεί εκ των προτέρων, η ομάδα πήρε να θάψει το πτώμα σ’ έναν πρόχειρο λάκκο, τον οποίο κανείς δεν γνωρίζει ακόμα και σήμερα».

Εν μέσω Ψυχρού Πολέμου και στη δίνη του, η θέση της Ελλάδας στη Δύση επέβαλε και τη σιωπή της στις εθνικές της διεκδικήσεις. Η δε ευημερία, που της εξασφάλισε αυτή η θέση, συνέβαλε στον συμβιβασμό με τα και εις βάρος της τετελεσμένα και από εκεί η απόσταση προς την αδιαφορία μίκραινε συνεχώς. Δεν ξέρω πόσοι τείνουν σήμερα ευήκοα ώτα στην ένσταση και διαμαρτυρία του συγγραφέα και μάρτυρα των γεγονότων αυτού του πιο πικρού βιβλίου του.

Παντού και περισσότερο από κάθε ντυμένη με ιδεολογία σκοπιμότητα υπερτερούν οι ευκαιριακοί άνθρωποι. Τιμή σ’ εκείνους που δεν ανήκουν στον κανόνα. Ακόμη κι αν στην πραγματικότητα μόνον ο θάνατος διατηρεί παντού αταλάντευτα και αδιαπραγμάτευτα την αξιοπιστία του. Ακόμη και ως αδικία της φύσης, απονέμει εν τέλει αταξική και «διεθνιστική» δικαιοσύνη. Γιατί το θα και το να του θανάτου[1] είναι συλλαβές της μόνης γλώσσας, που δεν είναι προπαγάνδα.

Είναι η αναμφίβολη πραγματικότητα. Η πραγματικότητα και της Ιστορίας, που γράφεται με το αίμα των ανθρώπων, διδάσκεται, αλλά δεν διδάσκει. Προς τι λοιπόν κι η αποκάλυψη της ταυτότητας των συνυπαιτίων του αίματος, και μάλιστα των ήδη νεκρών, και μάλιστα των ομόμαιμων; Εν κατακλείδι: Προς τι οι ευκαιρίες ζωής πατώντας επί πτωμάτων; Μέχρι να ποδοπατηθεί και το δικό σου;

ΣΗΜΕΙΩΣΗ
[1] Αντώνης Φωστιέρης, Το θα και το να του Θανάτου, Καστανιώτης, 1987.

Στη δίνη του Ψυχρού Πολέμου
Βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα
Τηλέμαχος Κώτσιας
Νίκας
185 σελ.
ISBN 978-960-296-364-7
Τιμή €15,01

Keywords
Τυχαία Θέματα