Τρία ποιήματα του Παναγιώτη Σταθόπουλου

ΟΣΙΟΥ ΑΓΑΠΗΤΟΥ, ΑΓΙΟΥ ΛΕΟΝΤΟΣ

Η ζωή είναι σκληρή και γεμάτη απογοητεύσεις
Δε χρειάζεται κανένα ποίημα για να μας το πει αυτό
Από την άλλη υπάρχουν και χαρές στη ζωή
Όμως πάλι κανένα ποίημα δεν είναι αρκετό για να τις τραγουδήσει

Ένα ποίημα στέκεται ανάμεσα σε όλα αυτά
Σαν ένα σκιάχτρο στη μέση ενός χωραφιού

Ζιζάνια και πεταλούδες χορεύουν γύρω του
Λουλούδια και αγριόχορτα μοσχοβολούν ή σαπίζουν

Και το σκιάχτρο ασπρίζει στον ήλιο
Μουσκεύει στη βροχή
Κυματίζει στον άνεμο

Μέχρι που το ρημάζει ο καιρός

και δε μένει τίποτε πια

Ό,τι είχε να πει το είπε τρομάζοντας τα πουλιά.

ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΔΟΝΑΤΟΥ ΚΑΙ ΘΕΡΙΝΟΥ

Τα ξέχασα όλα τα κουσούρια του πατέρα μου πια
Έγινε κι εκείνος ένας άγιος στην καρδιά μου

Λιγόφαγος, σιωπηλός
Ξυπνάει πολύ πρωί
Με τα πουλιά
Να σκάψει το χωράφι του

Δηλαδή τα αισθήματά μου

Που ’ναι την ώρα εκείνη πρόσφορα
Κι ό,τι και να τους δώσεις το γυρνάνε σε καλό.

Τα ξέχασα λοιπόν τα κουσούρια του πατέρα μου
Και να τος πρωί πρωί
Προτού ανοίξουν καν στον κήπο οι μαργαρίτες

Ακόμα και η γάτα κοιμάται, δεν τον έχει δει
Που γυρνά μες στη δροσιά με τις βαριές γαλότσες
Κι επιβλέπει τις πρασιές

Να που τον έκανε κι αυτόν ο θάνατος
Τροφή της φαντασίας.

ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΤΟΥ ΤΗΡΩΝΟΣ, ΑΓΙΩΝ ΜΑΡΚΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΠΟΥΛΧΕΡΙΑΣ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΕΩΝ, ΑΓΙΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ

Φτάνει το μεσημέρι και πιάνω να γράψω ένα ποίημα
Όπως κάποιος που ετοιμάζει το φαγητό για το μεσημεριανό

Θέλει κι αυτό μια πρόνοια
Μια οργάνωση των υλικών
Μια οικονομία

Στο τέλος, όταν όλοι μαζευτούμε γύρω από το τραπέζι για να φάμε
Θα πούμε τα νέα μας, θα γελάσουμε ή ίσως και να τσακωθούμε
Και η κουβέντα θα μας πάει εδώ κι εκεί
Σα να ταξιδεύαμε σε μια ασφαλή ή ταραγμένη θάλασσα

Μετά θα ξεκουραστούμε ή θα συνεχίσουμε τις δουλειές μας
Και το φαγητό θα είναι πια μια μελλοντική υπόθεση
Μια έγνοια για την επόμενη ημέρα

Καθώς ψάχνω έναν τρόπο να γυρίσω πίσω στο ποίημα
Βλέπω ότι το ποίημα γράφτηκε ήδη
Και με περιμένει εκείνο
Λίγο όπως η μάνα περιμένει το παιδί να γυρίσει από το παιχνίδι του
Όταν έχει σκοτεινιάσει

«Πού ήσουνα τόσην ώρα;»
Φαίνεται να με ρωτά με τα μάτια
Ενώ ξέρει ήδη τα πάντα

Όλες οι απαντήσεις μου είναι μάταιες
Αφού κι εγώ ο ίδιος δεν ξέρω

Αυτό που ξέρω για τα καλά
Είναι ότι κάτι θα υπάρχει στο τραπέζι.

O Παναγιώτης Σταθόπουλος γεννήθηκε το 1978 στην Πάτρα. Σπούδασε Αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου των Ιωαννίνων και Γλυπτική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας με καθηγητή τον Γιώργο Λάππα. Ζει στην Πάτρα και από το 2010 εργάζεται στη Μέση Εκπαίδευση ως καθηγητής Εικαστικών.

Keywords
Τυχαία Θέματα