Julio Cortázar: «Ποιητική και πολιτική της αφήγησης»

Ο Χούλιο Κορτάσαρ, Αργεντινός στην ουσία, γεννήθηκε στο Βέλγιο το 1914, σπούδασε, επέστρεψε στην Αργεντινή, στα 1935 πήρε τον τίτλο του καθηγητή λογοτεχνίας και τον επόμενο χρόνο άρχισε να διδάσκει φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο στο Μπουένος Άιρες, εγκατέλειψε τη θέση και δίδασκε σε σχολεία στην επαρχία. Αργότερα δίδαξε γαλλική λογοτεχνία, παραιτήθηκε για λόγους πολιτικούς, έγινε μεταφραστής αγγλικών και γαλλικών, έγραψε και δημοσίευσε, ήταν υποστηρικτής του Αλιέντε, έφυγε στο Παρίσι, πήρε γαλλική υπηκοότητα, ενδιαφερόταν

όμως πάντα για τα πολιτικοκοινωνικά δρώμενα στη Λατινική Αμερική.

Το βιβλίο του Ποιητική και πολιτική της αφήγησης περιλαμβάνει πέντε δοκίμια. Από την πλούσια και λεπτομερή μελέτη του έργου, την οποία υπογράφει ο μεταφραστής Κώστας Βραχνός, επιλέγω ψηφίδες σχετικές με την ποιότητα, ποσότητα, κρίσεις κ.λπ. Μεταξύ άλλων, ο μεταφραστής αναφέρεται στα πολλά βιβλία που έχει γράψει ο Κορτάσαρ, στην Ελλάδα όμως είναι γνωστός κυρίως από το Κουτσό και κάποια διηγήματα. Ανήκει στους συγγραφείς που τα γραπτά τους σφράγισαν την ιστορία της παγκόσμιας λογοτεχνίας. «Ο θεωρητικός/δοκιμιακός λόγος του χαρακτηρίζεται από ιστορική εποπτεία, ερμηνευτική οξυδέρκεια και αισθητική αρτιότητα... Και σ’ αυτόν βρίσκεται το κλειδί για την κατανόηση τόσο του ίδιου όσο και του έργου του […] του διηγήματος και του μυθιστορήματος».

Από τον θησαυρό του ίδιου του Κορτάσαρ επιλέγω απόψεις αποκλίνουσες του θεωρούμενου «κανονικού»: σχεδόν όλα τα διηγήματα που έχει γράψει ανήκουν στο είδος που αποκαλείται «φανταστικό». Η πραγματικότητα δεν βρίσκεται στον κανόνα, αλλά στην εξαίρεση. Δεν υπάρχουν νόμοι για το πώς γράφονται τα διηγήματα. Στη Γαλλία, όταν ξεπερνά τις είκοσι σελίδες λέγεται νουβέλα και δεν είναι πια διήγημα.

Τα διηγήματα που δεν μπορούμε να ξεχάσουμε είναι εκείνα, τα οποία έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: περικλείουν μια πραγματικότητα απείρως πιο εκτεταμένη από εκείνη της απλής τους ιστορίας… Ο αναγνώστης είναι αμείλικτος κριτής και ο τελευταίος κρίκος της δημιουργικής διαδικασίας, η ολοκλήρωση ή η κατάρρευση του κύκλου.

Σε μια εποχή που οι ετικέτες και τα είδη χρεοκοπούν παταγωδώς δεν είναι άσκοπο, λέει ο Κορτάσαρ, να επιμένουμε στη συγγένεια του μικροδιηγήματος, λόγω δομής, με την ποίηση.

Θεωρεί απαραίτητο το κοινό που παρακολουθεί μια αρχαία ελληνική τραγωδία ή τραγωδία του Σαίξπηρ να έχει κάποια παιδεία, γιατί θα ήταν αφελές να πιστέψουμε πως κάθε μεγάλο έργο μπορεί να κατανοηθεί και να θαυμαστεί από τους απλούς ανθρώπους.

Από τους δέκα κανόνες που ο Οράσιο Κιρόγα συμπεριέλαβε στον «Δεκάλογο του τέλειου διηγηματογράφου», ο δέκατος ίσως είναι ο πιο ουσιώδης. Ποιος; Να διηγείσαι σαν να είσαι εσύ ένας από τους ήρωες του διηγήματος. Ακόμα κι αν κάποιος αναφέρεται σε τρίτους, ο ίδιος αποτελεί μέρος της δράσης.

{jb_quote}O Κορτάσαρ γίνεται γοητευτικός ακόμα και όταν μιλάει για τα διαδικαστικά της αφήγησης.{/jb_quote}

Μια γκάμα διηγημάτων γεννιέται από μια κατάσταση έκστασης… Η γένεση του διηγήματος και του ποιήματος είναι κοινή. Γεννιούνται από μία αιφνίδια έκπληξη, μια μετατόπιση που διαταράσσει το «κανονικό» καθεστώς της συνείδησης.

Η λατινοαμερικανική λογοτεχνία αναπτύχθηκε σε μια χώρα, γη της επαγγελίας για τη φανταστική λογοτεχνία, όπου και οι άνθρωποι είναι από παιδιά εξοικειωμένοι με το φανταστικό. Οι όροι όμως «θαυμαστό», «φανταστικό», «παράξενο» αλλάζουν ανάλογα με το ποιος τους χρησιμοποιεί. Επίσης, αλλάζουν από εποχή σε εποχή και από κουλτούρα σε κουλτούρα.

Αναφερόμενος στην προσωπική του περίπτωση, ο Κορτάσαρ υποστηρίζει ότι είχε την αίσθηση του φανταστικού από την παιδική του ηλικία και του δημιουργούσε τρόμο, όπως και το σπίτι του που ήταν γοτθικής αρχιτεκτονικής, καθώς και οι συζητήσεις των ανθρώπων μετά το φαγητό και οι θόρυβοι στους διαδρόμους. Αυτά όμως που επηρέαζαν τους απλούς ανθρώπους έκαναν τον ίδιο να θέλει να τα γράψει, γι’ αυτό και τα πρώτα του κείμενα είχαν πολύ μακάβριο και νεκροφιλικό στοιχείο. Όμως τα καλά διηγήματα του είδους τα διάβασε στους Οράτιο Ουόλπολ, Τζόζεφ Σέρινταν Λε Φάνου, Μέρι Σέλεϊ και αργότερα Έντγκαρ Άλαν Πόου, Βίκτορα Ουγκό και άλλους, στους οποίους μαθήτευσε σε όλες τους τις εκφάνσεις και εποχές. Είχε προετοιμαστεί, λοιπόν, να αποδεχτεί ορθολογιστικά το «φανταστικό» αλλά και να το συναντήσει σε έναν διάδρομο, έναν καφέ, στην ανάγνωση μιας εφημερίδας και ξαφνικά να μεταφερθεί σε έναν άλλο κόσμο ή να νομίζει ή να πιστεύει πως είναι κάποιος άλλος και φυσικά δεν του φτάνουν οι λέξεις για να το περιγράψει. Η ποικιλία αποχρώσεων του φανταστικού είναι ανεξάντλητη. Βεβαίως, αυτός ο άγνωστος που μας επισκέπτεται τρομακτικά και φευγαλέα είναι μια πόρτα στην πραγματικότητα, που εμείς όμως δεν είμαστε σε θέση να συλλάβουμε, όπως συμβαίνει με τα εκθαμβωτικά όνειρα που, μόλις ξυπνήσουμε, διαλύονται και αφήνουν μόνο κάτι μπερδεμένα νήματα. Ωστόσο, κατάφερε, μερικά φανταστικά διηγήματα που γεννήθηκαν μέσα σε ονειρική κατάσταση, να τα μετατρέψει σε λέξεις.

Το φανταστικό δεν σημαίνει ρήξη με το έλλογο και το λογικό, αλλά μπορεί να είναι ένα «διάμεσο» και υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι θεωρούν το «φανταστικό» λογοτεχνικό κατασκεύασμα. Ο Κορτάσαρ λέει πως έχει την αίσθηση νοσταλγίας για τους τόπους των οποίων ανοίχτηκαν οι πόρτες σε κάποια ελάχιστα φευγαλέα δευτερόλεπτα.

Η Αργεντινή είναι η χώρα του φανταστικού και στις όχθες του ποταμού Ρίο ντε λα Πλάτα παρατηρείται η μέγιστη συγκέντρωση του εν λόγω είδους. Απάντηση στην πιθανή απορία δεν υπάρχει και ίσως το μόνο που υπάρχει είναι η τύχη, όπως προφανώς έγινε και στην Ιταλία τον καιρό της Αναγέννησης, στην ελισαβετιανή Αγγλία, στη Γαλλία του 17ου αιώνα με την Pléiade, στην Ισπανία του χρυσού αιώνα και φτάνει στη χώρα του το 1931. Η αιτία είναι ίσως απλώς μια παγκόσμια αλληλογονιμοποίηση. Μαέστρος αυτής της κίνησης του φανταστικού είναι φυσικά ο Μπόρχες, ο οποίος υποστηρίζει και τεκμηριώνει με ευφάνταστα παραδείγματα πως «ο άνθρωπος μπορεί να διεισδύσει σε άλλη διάσταση του χρόνου και να ζήσει ένα έτος, έναν αιώνα, μέσα σε ό,τι για άλλους ανθρώπους δεν είναι παρά ένα δευτερόλεπτο ή μία ώρα».

Το ενδιαφέρον είναι ότι ο Κορτάσαρ γίνεται γοητευτικός ακόμα και όταν μιλάει για τα διαδικαστικά της αφήγησης. Και φυσικά στο κέντρο βρίσκεται πάντα ο συγγραφέας· όσο πεπειραμένος κι αν είναι ο διηγηματογράφος, αν τα διηγήματά του δεν γεννιούνται από κάποιο βαθύ βίωμα, το έργο δεν θα πάει πιο πέρα από την απλή αισθητική άσκηση.

«Υπάρχουν πολύ περισσότερα πράγματα στον ουρανό και τη γη απ’ όσα έχει ονειρευτεί η φιλοσοφία σου», είπε ο Άμλετ στον Οράτιο. Και με αυτή την ατάκα, αφήνουμε γοητευμένοι το βιβλίο του.

Ποιητική και πολιτική της αφήγησης
Δοκίμια και ομιλίες για το διήγημα, το μυθιστόρημα και τη σχέση τους με τη ζωή
Χούλιο Κορτάσαρ
Εισαγωγή – Μετάφραση: Κώστας Βραχνός
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης
180 σελ.
ISBN 978-960-524-917-5
Τιμή €12,00

Keywords
Τυχαία Θέματα