Ήρα Παπαποστόλου: «Πάντα αργά»
Το πρώτο που σκέφτηκα για την Ήρα Παπαποστόλου, καθώς διάβαζα το βιβλίο της Πάντα αργά, ήταν το τραγούδι που είχαν κάνει κάποτε επιτυχία οι Τρύπες: «Δεν χωράς πουθενά». Η συγγραφέας δεν έκανε ποτέ ησυχία και δεν μπορούν να κάνουν ησυχία και όσα γράφει. Τα λόγια της συχνά ήταν και είναι κραυγή. Τα ποιήματά της θυμίζουν ποιητές μίας άλλης εποχής, μίας άλλης φτιαξιάς.
Όσο κι αν προσπαθώ διαβάζοντας, δεν μπορώ να μην ακούω τη φωνή της. Δεν κρύβεται, δεν γράφει σαν άλλος. Είναι αυτή, η φωνή της, οι φόβοι της, οι επιθυμίες της, τα τραύματά της, τα
Τα ποιήματά της μου «μίλησαν» πολύ δυνατά. Το «Μητέρα» είναι ένα συγκλονιστικό κάλεσμα, συγχρόνως μία καταγγελία αλλά και μία ανοιχτή αγκαλιά. «Πόσο θα ’θελα να ήσουν πιο μεγάλη από μένα». Πόσο δυνατή ευχή! Και αυτή η βόλτα στο τέλος «οι δυο μας στη βροχή χωρίς να φοβάσαι μην βραχείς» τι εικόνα, τι θυμός και τι αγάπη μαζί! Μαζί απόρριψη και επιθυμία. Βαθιά απόρριψη και βαθιά επιθυμία.
Η «Gucci Τσάντα» είναι ένα χαστούκι για κάθε γονιό. «Αντί λοιπόν να τα αποπροσανατολίζεις, βοήθησέ τα να τον περπατήσουν ευκολότερα». Έχοντας μία κόρη κι εγώ, ίσως τελικά στην εποχή μας που πολλά άλλα τα έχουμε λυμένα, ίσως αυτό να είναι η μεγαλύτερη πρόκληση για κάθε μητέρα και πατέρα. Γιατί η Ήρα Παπαποστόλου ξέρει ότι όταν αφήνουμε τα παιδιά να περπατούν τον δρόμο τους, δεν κερδίζουν μόνο αυτά. Γιατί «ίσως αποδειχτεί ότι αυτός είναι ο δικός σου δρόμος». Μία ανατροπή ρόλων που η κάθε γενιά έχει κάθε δικαίωμα να τη διεκδικεί. Μη μου δείξεις εσύ τον δρόμο, άσε με να σου δείξω – και πού ξέρεις; Ίσως να βρεις και τον δικό σου.
Η συγγραφέας μέσα από τα λίγα αυτά μικρά κείμενα και ποιήματα μιλάει τελικά για όλα: για την οικονομική κρίση, τη διαγενεακή κρίση, για τη συντήρηση, για τη δήθεν πρόοδο, για τις κοινωνικές διαφορές, τη μουσική, την τέχνη, τα κοινωνικά δίκτυα και το ίντερνετ, τον έρωτα, την ελευθερία και φυσικά το συναίσθημα.
Η Ήρα Παπαποστόλου κρατάει ακόμα την εφηβική της ορμή. Τα όσα γράφει στο ποίημα «Εφηβεία» δεν είναι ρόλος. Είναι η ίδια. Ίσως είναι η εποχή που της πήγε περισσότερο. Μη νομίζετε ότι έμεινε κολλημένη εκεί και εμείς οι υπόλοιποι μεγαλώσαμε και προχωρήσαμε. Μακάρι ίσως να ήταν τόσο απλό. Όλοι μεγαλώσαμε, όλοι προχωρήσαμε, πέσαμε, σηκωθήκαμε. Αλλά μόνο εκείνη μπορεί ακόμα να κρατάει μέσα της ένα μικρό κομμάτι εφηβείας, το οποίο δεν κρύβει, το δείχνει ακομπλεξάριστα. Μιλάει για συναισθήματα, όπως έχουμε ξεχάσει να μιλάμε. Γιατί κάπου μέσα της, όπως λέει στο ποίημα «Φθινόπωρο»: «εδώ είναι πάντα καλοκαίρι», όπως όταν «είμαστε 20 χρονών». Και είναι πολύ σημαντικό, είναι πλούτος, είναι ευλογία να μπορείς να είσαι και 20 και 40. Και καλοκαίρι και φθινόπωρο. Να μετράς άσπρες τρίχες στα μαλλιά και να πιστεύεις ότι με την αγάπη «δεν έχεις να φοβηθείς τον άνεμο». Το συναίσθημα, η αγάπη αναδύονται από μεγάλο μέρος του έργου της. Και είναι τόσο όμορφο το συναίσθημα που σου βγάζει όταν διαβάζεις το «Αρκεί». Και τι ωραία λέξη, τι ωραία ολοκλήρωση, τι ωραία επιθυμία, να αρκεί κάτι, να σου φτάνει. «Αρκεί που την παίρνεις αγκαλιά και την θέλεις τόσο», γράφει και με τόσο λίγα λόγια περιγράφει το πιο δυνατό συναίσθημα όλων μας. Την πιο αρχέγονη, ειλικρινή αλλά και κρυφή μας τελικά ανάγκη.
{jb_quote}Μη μου δείξεις εσύ τον δρόμο, άσε με να σου δείξω – και πού ξέρεις; Ίσως να βρεις και τον δικό σου.{/jb_quote}
Θέλω να σταθώ και σε κάτι ακόμα σχετικά με το βιβλίο. Κάτι που δεν έχει να κάνει με τις λέξεις αλλά με τη σειρά τους, με την οργάνωση της κάθε σελίδας. Δεν ξέρω αν απλώς δείχνει ή ήταν πράγματι πολύ καλά μελετημένη η επιλογή της σειράς του κάθε κειμένου στο βιβλίο αυτό. Ξέρω ότι είναι πολύ πετυχημένη. Σαν ανάσες μικρές και μεγάλες, σαν βουτιές μικρές, που βγάζουμε λίγο το κεφάλι στην επιφάνεια, γεμίζουμε οξυγόνο και μετά ένα μακροβούτι λίγο μεγαλύτερο. Και μετά πάλι στην επιφάνεια. Η σειρά αυτή, ο ρυθμός του βιβλίου –παρόλο που δεν είναι μυθιστόρημα, ούτε καν όμοιας μορφής αυτοτελή διηγήματα– είναι σαν να αφουγκράστηκε κάποιος τον αναγνώστη πριν τον γνωρίσει. Να αφουγκράστηκε τις ανάγκες του, τις ανάσες του, τις αντοχές του.
Το πρώτο ποίημα που δημοσιεύεται στις πρώτες σελίδες, ο «Γραμμικός Κώδικας», σε βάζει κατευθείαν στη διαδρομή, στον δρόμο. Και η συγγραφέας μάς συστήνεται, ή μάλλον μας συστήνει ένα από τα ερωτήματα που στα δικά μου μάτια έρχεται και επανέρχεται στις σελίδες του βιβλίου: «Ισχύει άραγε αυτό που λένε πως ακόμα και ο λάθος δρόμος θα σε οδηγήσει κάποια στιγμή στον δικό σου;». Σε όλο το βιβλίο, η Ήρα Παπαποστόλου, μέσα από πολλές βεβαιότητες γεμάτες αμφιβολία, νιώθω πως θέλει να μας δείξει τον δρόμο της. Σαν να μας καλεί σε αυτόν, στο δικό της μονοπάτι. Στη δική της αλήθεια. Γιατί όπως λέει στο ποίημα «Από τότε»: «Ένα έμαθα: Για ό,τι αφορά στην καρδιά πρέπει να είμαι αληθινή».
Παίρνοντας το θάρρος να επιχειρήσω μία συμβολική σύνοψη, η συγγραφέας μέσα από τα κείμενά της επαναλαμβάνει δύο προστακτικές. Δύο προστακτικές τόσο αντίθετες αλλά, τελικά, όπως μας πείθει η ίδια στην πορεία, και τόσο ταυτόσημες. Σαν η μία να αποτελεί προϋπόθεση της άλλης και τούμπαλιν. Φωνάζει «Κράτα με» και «Άσε με» και όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά. Δύο ρήματα-κραυγές που όμως δεν είναι οι κραυγές αυτού που κινδυνεύει, ούτε τελικά οι κραυγές αυτού που φοβάται, όπως έχουμε συνηθίσει να ακούμε. Είναι οι κραυγές αυτού που ξέρει, που γνωρίζει, που τολμάει, που δεν φοβάται κι ας φοβάται, γιατί έχει μάθει τελικά να μη φοβάται τον φόβο.
Λέμε καμιά φορά ότι επικοινωνώντας κάτι, εκφράζοντας κάτι, το ξορκίζουμε. Το γιατρεύουμε ή έστω το βλέπουμε, το ακούμε. Πόσες φορές δεν συνειδητοποιούμε μία σκέψη μας ή ένα συναίσθημά μας όταν το ακούμε να βγαίνει από τα χείλη μας; Η Ήρα Παπαποστόλου σε όλα της τα κείμενα είναι γυμνή –επίσης μία λέξη που επανέρχεται–, δεν κρύβεται. Και όταν είσαι γυμνός μπορεί να είσαι πιο ευάλωτος, αλλά είσαι σίγουρα πιο ελεύθερος. Είναι σαν να μας λέει: «Κοίτα με, είμαι γυμνή. Φοβάμαι, αλλά δεν φοβάμαι να σ’ το πω, κι έτσι είναι σαν να μη φοβάμαι πια. Άσε με να φοβάμαι, άσε με ελεύθερη να φοβάμαι αρκεί να με κρατάς».
Πόσα χρόνια ψυχοθεραπεία έχουμε χρειαστεί κάποιοι και ακόμα –εδώ που τα λέμε– δεν μπορούμε να το πούμε αυτό. Αν και, όπως γράφει και η ίδια στο «Τραγούδι του Τζίτζικα»: «όλοι πάνε στον γιατρό για χάπια». Ακόμα και το ντιβάνι έγινε πολυτέλεια. Εκείνη, όμως, μπορεί ακόμα να μιλήσει, όπως εκείνες τις ατέλειωτες ώρες της εφηβείας, για αγάπη, για φόβο, για έρωτα και για μίσος. Γιατί μπορεί μέσα σε λίγες λέξεις να πει «Άσε με» και «Κράτα με» μαζί. Γιατί μπορεί ακόμα να μιλάει με την καρδιά της. Χωρίς να κλαίει. Κι αν κλαίει, δεν φοβάται το κλάμα. Το κλάμα δεν είναι ήττα. Είναι η αλήθεια. «Ένα έμαθα», μας λέει, «να είμαι αληθινή. Από τότε κλαίω». Το κλάμα είναι έκφραση του συναισθήματος. Μία υγρή κραυγή, μία σιωπηλή προστακτική. «Αυτή είναι η ζωή: θα κλάψεις για τη νύχτα, αλλά το πρωί θα χαρείς γιατί θα αγαπήσει τη νύχτα σου», γράφει στο ποίημα «Η Νύχτα».
Με το πρώτο διήγημα του βιβλίου, τις «45 Μοίρες», η συγγραφέας αυτοσυστήνεται. Μας πετάει την αλήθεια της στα μούτρα με τον πιο σκληρό και συγχρόνως τον πιο τρυφερό τρόπο. Δεν θα πω πόσο τη θαυμάζω για το θάρρος της. Είναι τόσο λίγο αυτό. Θα πω ότι όσοι παλεύουμε με μικρά ή μεγαλύτερα θεριά –και είμαστε πια πολλοί– είμαστε ευγνώμονες στην Ήρα Παπαποστόλου που άνοιξε πρώτη την πόρτα, έβγαλε το σπαθί της και μας άνοιξε τον δρόμο. Δεν έχει σημασία αν νίκησε ή έχασε, αν εμείς νικάμε τα θεριά ή δεν τολμάμε καν να βγάλουμε το σπαθί από τη θήκη. Έχει σημασία ότι όπως της κρατήσαμε (δειλά, ομολογώ) το χέρι εκεί, με έναν μεταφυσικό τρόπο μάς κρατάει αυτή το χέρι εδώ. Εκεί, εδώ και παντού. Το κρατάει με δύναμη, όση δύναμη χρειάστηκε να πηδήξει από εκείνο το παράθυρο στην ταράτσα. Το παράθυρο που έκτοτε φρενάρει στις 45 μοίρες και όχι πια στις 90.
[Η Μυρσίνη Λιοναράκη είναι δημοσιογράφος.]
Πάντα αργά
3 διηγήματα και 21 ποιήματα
Ήρα Παπαποστόλου
Οσελότος
114 σελ.
ISBN 978-960-564-630-1
Τιμή €10,00
- Δημοφιλέστερες Ειδήσεις Κατηγορίας Ψυχαγωγία
- Θα γεμίσει η Αθήνα πλούσιους γαλαζοαίματους και βασιλιάδες: Στις 28 Σεπτεμβρίου στη Μητρόπολη Αθηνών ο γάμος της χρονιάς
- Τι να πίνεις για να αντιμετωπίσεις την καούρα
- Αν ψήθηκες για horror της προκοπής, βγήκε ακριβώς η ταινία που ψάχνεις
- Εύη Κουτσαυτάκη: Το νέο της επαγγελματικό βήμα μετά την αποχώρησή της από τον ΣΚΑΙ
- Η Έβελυν Καζαντζόγλου στην Εβδομάδα Μόδας του Μιλάνου με total neutral look που κέρδισε τα φλας
- Το ιαπωνικό μυστικό ομορφιάς για πλούσια και λαμπερά μαλλιά
- «Denim season is on» και το αγαπημένο μας jean παντελόνι αναβαθμίζεται στη νέα συλλογή «Salt&Pepper»
- Tempting Fortune – Αρπάχτηκαν με τα σχόλια για το «ζευγαράκι» του παιχνιδιού: «Εγώ ξεκαθάρισα τη θέση μου»
- Ήρα Παπαποστόλου: «Πάντα αργά»
- «Διαβάζουμε παρέα!»: Εκδήλωση για την Παγκόσμια Ημέρα Γραμματισμού 2024
- Δημοφιλέστερες Ειδήσεις Diastixo
- Ήρα Παπαποστόλου: «Πάντα αργά»
- «Διαβάζουμε παρέα!»: Εκδήλωση για την Παγκόσμια Ημέρα Γραμματισμού 2024
- «Το σώμα που σπαράζει» της Αλεξάνδρας Μπακονίκα
- «Η πλεξούδα» της Λετισιά Κολομπανί στη μεγάλη οθόνη
- 52ο Φεστιβάλ Βιβλίου στο Πεδίον του Άρεως, 6-22 Σεπτεμβρίου 2024
- Δημήτρης Φιλιππίδης: «Για το “αττικό τοπίο” σήμερα»
- Aρχαίο δράμα: Δίκαιο & πολιτική
- Συμεών Γρ. Σταμπουλού: «Ο Ποιητής και ο Τύραννος»
- Ε. Ε. Κάμινγκς
- Vicente Alfonso: «Το άγνωστο αίμα»
- Τελευταία Νέα Diastixo
- Ήρα Παπαποστόλου: «Πάντα αργά»
- «Η πλεξούδα» της Λετισιά Κολομπανί στη μεγάλη οθόνη
- Ε. Ε. Κάμινγκς
- Εμείς οι ζωντανοί
- Συμεών Γρ. Σταμπουλού: «Ο Ποιητής και ο Τύραννος»
- Vicente Alfonso: «Το άγνωστο αίμα»
- Ανάγνωση ολόκληρων λογοτεχνικών έργων αντί αποσπασματικών κειμένων στις τάξεις από φέτος
- Τζ. Ρ. Ρ. Τόλκιν
- Τερέζα
- Feyyaz Ünal: συνέντευξη στην Αγγελική Δημοπούλου
- Τελευταία Νέα Κατηγορίας Ψυχαγωγία
- Δύο ποιήματα του Εδουάρδο Καράνσα
- 52ο Φεστιβάλ Βιβλίου στο Πεδίον του Άρεως, 6-22 Σεπτεμβρίου 2024
- Ένα μικρό βιβλίο για τη Μεγάλη Έκρηξη
- Aρχαίο δράμα: Δίκαιο & πολιτική
- «Το σώμα που σπαράζει» της Αλεξάνδρας Μπακονίκα
- Κατερίνα Κρις
- Σεμινάριο Λογοτεχνικής Μετάφρασης από τις Εκδόσεις Βακχικόν με τον Δημήτρη Τσεκούρα
- Δυο πόντους πάνω απ’ τη γάμπα
- Το ξίφος της Μάλτας
- Sheila Fitzpatrick: «Σύντομη ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης»