Δύο ποιήματα του Εδουάρδο Καράνσα

απόδοση: Πάνος Νιαβής

Είσαι μελαγχολία

Θα σε βαπτίσω σιωπή από εδώ και πέρα.
Και ο χώρος που πιάνεις μέσα μου
θα τον ονοματίσω μελαγχολία.

Θα χαράξω ένα όνομα πάνω στο κόκκινο κρασί:
το όνομά σου που ήταν ένα με την ψυχή μου
χαμογελώντας ανάμεσα σε βιολέτες.

Τώρα αγναντεύω πέρα μακρά, και συλλογιέμαι,
τούτο το χέρι που εξερευνούσε το πρόσωπό σου,
και ονειροπολούσε συχνά μαζί σου.

Αυτό το αθέατο κι απόμακρο χέρι, από άλλες επικράτειες
που μιλούσε σε όλα τα ρόδα και τα τριαντάφυλλα,
και στην καυτή, τη μάργαρη κόχη του

μαργαριταριού.

Κάποια μέρα θα πάω να με ψάξω, θα πάω να αναζητήσω
τη διψασμένη μου σκιά βαθιά στο πευκοδάσος
και στη λέξη Αγάπη.

Θα σε βαπτίσω σιωπή από εδώ και πέρα.
Το χάραξα με το χέρι εκείνη την ημέρα
που ήμασταν αντάμα μες στο πευκόδασος.

Υπόθεση η Γυναίκα και το μήλο

Στον Nicanor Parra

Μια γυναίκα δάγκωνε ένα μήλο.
Ο χρόνος διάβαινε πάνω από τις στέγες.
Η άνοιξη με τις θεϊκές της γάμπες
προσπέρασε γελώντας σαν κορίτσι.

Από τα βήματά της ανάβλυσε αγίασμα.
Ένας ήλιος, ήλιος κρυφός, τον ωρίμασε
με τη φλόγα της να του πυρπολεί τα σωθικά.
Μες στα μαλλιά της σηκώθηκε απαλό αγέρι.
Πράσινη και ρόδινη η γη μες στο χέρι του.

Η Άνοιξη ύψωσε την παντιέρα
του ακαταμάχητου γλαυκού ενάντια στο θάνατο.
Μια γυναίκα δάγκωνε ένα μήλο.
Ουράνιο μπλε, ένας μεθυστικός χυμός
μισάνοιξε το χέρι του και ξεχύθηκαν
ψάρια και λουλούδια, βαθιά από μέσα του.

Με στεναγμούς από απόσταση την αναζητούσα
κάτω από την κόμη της στεφανωμένης με άνθη πορτοκαλιάς
που ο αγέρας διάβαινε ίδιος διάφανος ταύρος.
Η λευκή αθωότητα ενός γιασεμιού πυρπολήθηκε.
Και η θάλασσα, η θάλασσα του Νότου, στραφτάλιζε
παρόμοια με την όψη ερωτευμένου κοριτσιού.
Μια γυναίκα δάγκωνε ένα μήλο.

Τα αστέρια του Ομήρου τη θωρούσαν.
Βιαστικός ο χρόνος διάβαινε πάνω από τις στέγες.
μια αγέλη από άγρια θηρία τράπηκε σε φυγή.
Από την αρχή της Δημιουργίας έως το πέρας της αιωνιότητας,
μια γυναίκα δάγκωνε ένα μήλο.

Η καρδιά μου μέσα σ’ αβάστακτη μελαγχολία
πως κάτι λαμπύρισε σε αυτό το χαμόγελο.
Η καρδιά μου που ήταν και θα είναι θνητή και γήινη.

Ο Εδουάρδο Καράνσα (Eduardo Carranza, 1913-1985) υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της Κολομβίας. Οι αποσκευές του εμπεριείχαν τις παιδικές του μνήμες, την ύπαιθρο και τα τοπία της, τα ποτάμια, τους γελαδάρηδες, τα άλογα, τη μητρική ανάμνηση και τη Γυναίκα, τα οποία είναι επαναλαμβανόμενα θέματα της ποιητικής του δημιουργίας. Η ποίησή του είναι μια πολύχρωμη παλέτα με την οποία δίνει χρώματα και καθιστά το καθημερινό, γιορτάσι και ύμνο στη ζωή. Το τραγούδι του έρωτα δίνει φτερά στην ψευδαίσθηση και στη ματαιότητα του εφήμερου, υμνώντας σπαρακτικά τη γοητεία της Ύπαρξης.

Keywords
Τυχαία Θέματα